Chrome - Handwriting

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2017

Περίπατος στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής-Το Θυσιαστήριο της Λευτεριάς

Χτες, Τρίτη 21 Φλεβάρη 2017 κάναμε τον καθιερωμένο περίπατο όχι στη γειτονιά μας, αλλά στην Καισαριανή, για να επισκεφτούμε το χώρο του Σκοπευτηρίου. Μαθητές (αναμενόμενο) και καθηγητές δεν είχαμε επισκεφτεί άλλη φορά το Σκοπευτήριο και ομολογούμε ότι ο χώρος μάς κέρδισε με την ιστορία και την υποβλητικότητά του, όπως θα δείτε κι εσείς στη συνέχεια.



Αρχικά, επισκεφτήκαμε το Μουσείο  που βρίσκεται στο χώρο (πρώην βασιλικοί στάβλοι, κτισμένοι το 1910!). Εκεί τόσο η φύλακας όσο και ο ξεναγός, κ. Γιώργος, μας έκαναν μια σύντομη  αναφορά στην ιστορία της Καισαριανής ως χώρου εγκατάστασης προσφύγων (προφανείς οι ομοιότητες με την ιστορία της δικιάς μας Νέας Ιωνίας), στην έναρξη της Αντίστασης και στην ιστορία του Σκοπευτηρίου ως τόπου εκτέλεσης των αγωνιστών και αντιφρονούντων (Ελλήνων αλλά και Ιταλών και 2 Γερμανών που αρνήθηκαν να εκτελέσουν αγωνιστές!). Είδαμε ένα από τα όπλα με τα οποία εκτελούσαν τους αγωνιστές, καταλόγους με τους εκτελεσθέντες (συμμαθητής μας βρήκε τρεις νεκρούς με το επώνυμό του!), ένα γλυπτό και μια σύνθεση αφιερωμένη κυρίως στους νέους σε ηλικία εκτελεσθέντες (ο μικρότερος μόνο 14 ετών! έκλεβε όπλα από τους Γερμανούς, τα τύλιγε σε πανιά που τα έκανε τόπι και τα έριχνε στο ρέμα, στην Καλλιθέα για να τα πάρουν οι αντιστασιακοί).


Ο δικός μας Λευτέρης απήγγειλε ποίημα του Ρίτσου αφιερωμένο στους νεκρούς του Σκοπευτηρίου και μας συγκίνησε όλους! (πηγαίνετε στο τέλος της δημοσίευσης για=να συγκινηθείτε κι εσείς)







Ο πίνακας που αναφέρεται στην τελευταία, μαζική εκτέλεση 200 αγωνιστών, την Πρωτομαγιά του '44

ΤΟ ΘΥΣΙΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ. Το μνημείο, λιτό και απέριττο. Οι δυό πλάκες όρθια στημένες να συμβολίζουν τη ψυχική ανάταση των εκτελεσθέντων που όρθιοι, ψέλνοντας τον Εθνικό Ύμνο αντιμετώπιζαν τον θάνατο. Το αυλάκι-ρυάκι που καταλήγει στη λίμνη αίματος όσων θυσιάστηκαν για την Ελευθερία της Πατρίδας.
Ο διάδρομος που οδηγεί στον χώρο εκτέλεσης
Αυτή την ίδια πόρτα περνούσαν οι μελλοθάνατοι βαδίζοντας προς τον χώρο εκτέλεσής τους.






 



Ο χώρος εκτέλεσης στο βάθος με τα συμβολικά 20 φυτεμένα κυπαρίσσια.
 


Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2017

Επίσκεψη στο Ψηφιακό Μουσείο Πλάτωνα



 Μια καταπληκτική βόλτα κάναμε σήμερα με τη θεωρητική κατεύθυνση της Γ λυκείου, στο ψηφιακό Μουσείο του Πλάτωνα, στην Ακαδημία Πλάτωνος. Παίξαμε με την ψυχή μας, διασκεδάσαμε κάνοντας επανάληψη και στην ύλη των πανελληνίων και για μια ακόμη φορά διαπιστώσαμε πως η μάθηση δεν αντιμάχεται υποχρεωτικά την ψυχαγωγία!!
..... Και μετά το πνεύμα, θρέψαμε και το σώμα με υπέροχα γλυκά, μαζί με υπέροχη κουβέντα!






Η τιμή και το χρήμα -Δέκα χρόνια μετά (7)



Εκδοχή 8η ή μήπως 9η; Έχω χάσει το λογαριασμό, μπράβο στα παιδιά μας!!!!!!!

ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Εκεί οι δρόμοι του Ανδρέα και της Ειρήνης χώρισαν και ο καθένας διάλεξε τον δικό του. Η Ειρήνη αποφάσισε να κάνει ένα νέο ξεκίνημα, ώστε να μην έχει ανάγκη κανέναν…ένα βράδυ λοιπόν μπήκε κρυφά σε ένα από τα πλοία που μεταφέραν τα λαθραία εμπορεύματα και πήρε τον δρόμο για το άγνωστο με βάρκα την ελπίδα.
  Η βάρκα ήταν ιταλική και έδεσε στην Ιταλία, συγκεκριμένα στην Βενετία. Τις πρώτες μέρες της στην ξενιτιά τις πέρασε γυρνοβολώντας το βράδυ στα σοκάκια αποφεύγοντας τους μεθυσμένους άντρες. Την στεναχωρούσε ιδιαίτερα το ότι ζούσε στην πλουσιότερη εμπορική πόλη στον κόσμο εκείνη την περίοδο και αυτή δεν είχε ούτε μισό τάλαρο. Αναγκασμένη πλέον να ζει στους δρόμους και να τρώει από τα σκουπίδια των εστιατορίων , μια μέρα, ενώ ήταν έτοιμη να τα παρατήσει το άστρο της τύχης της έλαμψε. Ένας άνθρωπος την λυπήθηκε και της αποκρίθηκε στα ιταλικά ‘’ Μπορώ να σας βοηθήσω; Έχετε χαθεί;’’. Εκείνη απάντησε τότε στα ελληνικά με σκυμμένο το κεφάλι: ‘’ Να χαρείτε του λόγου σας δεν μιλάω ιταλικά!’’ Αυτός ξαφνιασμένος είπε : ‘’Ελληνίδα είσαι μωρέ; Τι γυρεύεις εδώ μονάχη σου;. ‘’Τι να σας εξηγώ τώρα..’’ είπε εκείνη με λυπημένο βλέμμα γεμάτο απελπισία. ‘’ Έλα μαζί μου να σε φιλέψω κάτι σπίτι μου.’’ Αφού πήγε σπίτι του και του ανέλυσε όλη την ιστορία της και πως βρέθηκε εδώ, εκείνος συγκινημένος της πρόσφερε δουλεία και στέγη στο μαγαζί πατέρα του.
ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΡΧΗ..
    Η νέα αρχή που τόσο περίμενε η πρωταγωνίστρια μας, επιτέλους έφτασε. Το νέο της αφεντικό, συνονόματος του παλιού της έρωτα, ο Ανδρέας την έριξε κατευθείαν στα βαθιά. Της έμαθε την γλώσσα και σύντομα κατάφερε να ανέβει στην ιεραρχία του ‘’μαγαζιού’’ που στην πραγματικότητα μόνο μαγαζί δεν ήταν καθώς ήταν η μεγαλύτερη επιχείρηση εμπορίας ζάχαρης στην Ευρώπη! Μέσα σε λίγους μόνο μήνες είχε καταφέρει να γίνει διευθύντρια οικονομικών, η μάλλον συνδιευθύντρια γιατί έως τότε τον κλάδο αυτό τον ήλεγχε ο Ανδρέας από μόνος του ,πράγμα που σήμαινε ότι θα περνούσε αρκετό χρόνο μαζί του.
Ο 1ΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΒΕΝΕΤΙΑ
Το τέλος του πρώτου χρόνου στην Βενετία βρίσκει την Ειρήνη λίγο πριν  τον γάμο της  με τον Ανδρέα, οι οποίοι είχαν συνάψει δεσμό για αρκετούς μήνες. Πλησίαζαν Χριστούγεννα και η Ειρήνη είχε αποφασίσει  να επισκεφθεί την πατρίδα της ,για τις γιορτές, μετά από καιρό ,επειδή την είχε πεθυμήσει. Τελικά, βρήκε ελεύθερο χρόνο από την επιχείρηση που πλέον έλυνε και έδενε στο χώρο του εμπορίου ζάχαρης και επισκέφθηκαν την Κέρκυρα με τον Ανδρέα.
 Αυτό που έμελλε να αντικρίσει όμως δεν είχε καμιά σχέση με αυτό που άφησε όταν έριξε μαύρη πέτρα πίσω της και  έφυγε από την Κέρκυρα . Η οικογενειακή της κατάσταση είχε αλλάξει εντελώς. Η μητέρα της της τα διηγήθηκε όλα: ‘’Παιδάκι μου άκου να δεις, όλο αυτό τον καιρό που έλειπες άλλαξαν πολλά. Λίγες εβδομάδες αφότου έφυγες, ένα βράδυ, και ενώ οι αδερφές σου φυλάγαν το σπίτι ,αφού ο πατέρας σου ως συνήθως μεθούσε και γλένταγε στην ταβέρνα και εγώ δούλευα νυχτερινή βάρδια, μας λήστεψαν. Οι αδίστακτοι ληστές δεν ήξεραν ότι λήστευαν το πιο φτωχό σπίτι της γειτονιάς και δεν επρόκειτο να βρουν τίποτα. Όταν γύρισα αντίκρισα τις αδερφές σου νεκρές και ο ιατροδικαστής είπε ότι είχαν κακοποιηθεί. Πράγμα που επιβεβαίωσαν και οι γείτονες από τις φωνές που άκουσαν. Ο πατέρας σου θεωρούσε ότι το φταίξιμο ήταν δικό μου και δεν μου το συγχωρούσε. Ώσπου ένα βράδυ, αφότου με εξευτέλισε βρίζοντας με ,με μια ανάσα του που έζεχνε κρασί, έπειτα με ξυλοφόρτωσε λες και ήταν κτήνος. Για καλή  μου τύχη περνούσε απ’ έξω ο Αντρίκος που πήγαινε στο λιμάνι για τις γνωστές δουλειές και με γλύτωσε από του Χάρου τα δόντια. Όμως το τίμημα που μια ζωή μου ζητούσε να του πληρώσω για να σε πάρει τελικά το πλήρωσε αυτός. Ο αθεόφοβος ο πατέρας σου ,σαν τώρα το θυμάμαι, τον στραγγάλισε με τα γυμνά του χέρια. Τέλος, πρόφτασαν να έρθουν οι αρχές προτού ερχόταν και εμένα η σειρά μου μετά το παλικάρι. Τώρα πια έχω απομείνει μονάχη να είμαι ο περίγελος του νησιού και να κλαίω την μοίρα μου.’’ Της Ειρήνη δεν μπορούσε να το χωρέσει ο νους της για το τι είχε μόλις ακούσει. Εντέλει αποφάσισε να πάρει την μητέρα της πίσω στην Βενετία και αφού άφησε μερικά λουλούδια στον τάφο του πρώτου της έρωτα, έτσι έπραξε.
Στην Βενετία όλοι τους ασχολούνταν με τις πυρετώδεις προετοιμασίες  για τον γάμο, πράγμα που βοηθούσε να ξεχνάει έστω και για λίγο την άτυχη της μοίρα η μητέρα. Όσο η μέρα του γάμου πλησίαζε μια μια οι υποχρεώσεις ολοκληρώνονταν. Η Ειρήνη είχε αγοράσει το εκλεκτό της νυφικό και ο γαμπρός το κουστούμι του. Επίσης και το μέρος που θα γινόταν η εκδήλωση ήταν φανταστικό. Ήταν ένα τρομερό μέγαρο στο Σεράγεβο της Βοσνίας, επαρχίας της Αυστοουγγαρίας, το οποίο είχαν επιλέξει με οικονομικά κίνητρα καθώς η εταιρεία είχε κάνει κάποια ανοίγματα και σε αυτές τις περιοχές και θα ήταν καλή διαφήμιση . Αυτό το μέγαρο ήταν ανάλογο των καλεσμένων που θα φιλοξενούσε, ,καθώς όλη η ευρωπαίκη αφρόκρεμα θα συναθροίζονταν σε αυτό τον γάμο. Εκεί θα βρίσκονταν διακεκριμένες προσωπικότητες όπως ο πρίγκηπας και διάδοχος της Αυστροουγγαρίας μαζί με την γυναίκα του.


Η ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ
Όλα ήταν στην πένα. Ο μπουφές ήταν απέραντος και ήταν γεμάτος με σπάνια και εκλεκτά εδέσματα. Το ζευγάρι και τα πεθερικά του έλαμπαν από χαρά, τα οποία είχαν συνάψει και αυτά δεσμό αφού είχε περάσει καιρός από τότε που είχε πεθάνει η μητέρα του Ανδρέα . Οι καλεσμένοι ήταν όλοι ιδιαίτερα κομψοντυμένοι, αλλά περισσότερο από όλους  τους καλεσμένους ξεχώριζε το πριγκιπικό ζευγάρι της Αυστροουγγαρίας. Είχε δημιουργηθεί μεγάλος ντόρος για τα μέτρα ασφαλείας, γιατί φαινόταν να ‘’κουφοβράζει’’ ένας πόλεμος που ίσως και να ήταν παγκόσμιος. Εν τέλει όμως το ζεύγος έκρινε ότι δεν χρειάζονταν προστασία. Μόλις ξεκίνησε το μυστήριο στο εκκλησάκι του μεγάρου κάτι εντελώς αναπάντεχο συνέβη. Έγινε απόπειρα δολοφονίας κατά του πρίγκηπα. Εκείνος στάθηκε τυχερός καθώς την σφαίρα απορρόφησε το σώμα της Είρηνης τραυματίζοντας την θανάσιμα. Ο δράστης ήταν ένας Σέρβος πανσλαβιστής ο οποίος κατάφερε και το έσκασε χωρίς να συλληφθεί. Η ατυχία της μητέρας συνέχιζε να την ακολουθεί παντού. Μες στην ατυχία τους οι παρευρισκόμενοι του γάμου στάθηκαν και τυχεροί διότι ο θάνατος της Ειρήνης ίσως είχε αποτρέψει έναν παγκόσμιο πόλεμο.
Η ΑΝΑΠΑΥΣΗ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ
Τελικά, ο πόλεμος δεν αποφεύχθηκε. Στις 28 Ιουλίου ξέσπασε ο ‘’μεγάλος’’ πόλεμος και ο Ανδρέας μαζί με τον πατέρα του και την πρώην κουνιάδα του κατέφυγαν στην Νότια Αφρική για να γλιτώσουν από τον πόλεμο. Ο πατέρας της Είρηνης σκοτώθηκε στην φυλακή σε μια εξέγερση. Εκείνοι εγκαταστάθηκαν εκεί μόνιμα. Ο Ανδρέας συνέχιζε να διαχειρίζεται τις επιχειρήσεις του από εκεί, αλλά δεν θέλησε ποτέ να αντικαταστήσει τον έρωτα της ζωή του και η μητέρα της Ειρήνης έζησε χαρούμενη με τον Λουίτζι έως τον θάνατο τους.

Νηφάλιοι- ευαισθητοποιούμαστε σχετικά με τον αλκοολισμό







Την Τρίτη 31 Ιανουαρίου μας τίμησε με την επίσκεψη της η ΜΚΟ Νηφάλιοι, που δραστηριοποιείται στην πληροφόρηση και ευαισθητοποίηση του κόσμου σχετικά με τον αλκοολισμό. Με μια σύντομη αλλά περιεκτική ομιλία της κυρίας Σιμέλη, πρώην αλκοολικής, ενημερωθήκαμε όχι μόνο για τους κινδύνους που έχει το αλκοόλ για την υγεία του αλκοολικού αλλά και για τις συνέπειες τις οποίες επιφέρει ο εθισμός του στην κοινωνική του ζωή και στην συναναστροφή του με το οικογενειακό του περιβάλλον. Μας μίλησε επίσης για την δική της ιστορία όσον αφορά το αλκοόλ και τον εθισμό της με αυτό. Σίγουρα θα είναι μια ομιλία που δεν θα ξεχαστεί. Ευχαριστούμε την ομάδα που αφιέρωσει λίγο από τον χρόνο της για να μας ενημερώσει σχετικά με ένα τόσο σοβαρό θέμα που πλήττει την σύγχρονη κοινωνία.
Βαλεντίνα Λυμπέρη, Α2










Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2017

Η τιμή και το χρήμα- δέκα χρόνια μετά ( 6)

   Η Ειρήνη αποφάσισε μετά από το τσακωμό με τον Ανδρέα να φύγει από το σπίτι τους. Να πάει να ζήσει μόνη της σε ένα άλλο σπίτι και να δουλέψει για να μπορέσει να μεγαλώσει το παιδί που έχει στα σπλάχνα της, χωρίς να είναι εξαρτημένη ούτε από τον Ανδρέα ούτε από την οικογένεια της. Έτσι εκείνη ως μια γυναίκα δουλευταρού χωρίς να χάσει χρόνο άρχισε να ψάχνει για δουλειά. Μετά από πολύ ψάξιμο βρήκε δουλειά στο σπίτι μιας ευκατάστατης οικογένειας ως οικιακή βοηθός. Καθώς νοίκιασε και ένα σπίτι με χαμηλό ενοίκιο προκειμένου να μπορέσει να τα βγάλει πέρα όταν φέρει στο κόσμο το παιδί της.
   Καθώς περνούσε ο καιρός η Ειρήνη βάραινε όλο και πιο πολύ. Έτσι η κα Μαρία ως μία καλόψυχη και συμπονετική γυναίκα της πρότεινε να ξενοικιάσει το σπίτι της και να πάει να ζήσει μαζί τους , και για να μην κουράζεται αλλά και για να έχει μία φυσιολογική κύηση χωρίς επιπλοκές. Η Ειρήνη στην αρχή αρνήθηκε γιατί ήταν μια ανεξάρτητη γυναίκα. Η κα Μαρία όμως επέμενε γιατί είχε περάσει τα ίδια με εκείνη και ήξερε πως ούτε ο άντρας, ούτε ο γιος της θα είχαν πρόβλημα μιας και όλοι είχαν δεθεί πολύ και η συμπάθεια όλων ήταν απεριόριστη για εκείνη. Μετά από πολύ συζήτηση με όλη την οικογένεια τελικά δέχτηκε
   Ύστερα από λίγους μήνες έφερε στο κόσμο ένα πανέμορφο και αξιολάτρευτο κοριτσάκι. Όσο περνούσε ο καιρός το κοριτσάκι της Ειρήνης μεγάλωνε και εκείνη συνέχισε να μένει και να δουλεύει στο σπίτι της οικογενείας. Ο γιος της κα Μαρίας και του κ. Αλεξάνδρου Κωνσταντίνος άρχισε να τρέφει συναισθήματα  για την Ειρήνη. Μετά από λίγο καιρό άρχισαν να έρχονται πιο κοντά και κατάλαβε πως κι εκείνη τον αγαπάει. Τότε πήγε στους γονείς του και τους ανακοίνωσε πως θα ήθελε να παντρευτεί την Ειρήνη αφού αγαπιούνται και είναι και οι δύο σε ηλικία γάμου. Εκείνοι δεν στάθηκαν εμπόδιο στην απόφαση του γιου τους και το είπαν και στην Ειρήνη η οποία δέχτηκε καθώς σκέφτηκε πως θα ήταν μια μεγάλη ευκαιρία να παντρευτεί κάποιον που αγαπούσε κι εκείνη και τη κόρη της. Έτσι άρχισαν τις προετοιμασίες για το γάμο, έραψαν νυφικό, φορέματα και κουστούμια. Ένα μήνα αργότερα ο γάμος έγινε, το ζευγάρι πήγε σε μεγαλύτερο σπίτι μιας και η οικογένεια τους θα μεγάλωνε αφού η Ειρήνη ξανά ήταν έγκυος.
   Μετά από λίγα χρόνια η Ειρήνη με το Κωνσταντίνο έκανα ακόμα δύο παιδιά, την Μιχαέλα, την Αλεξία και τον Κίμωνα. Μία ηλιόλουστη μέρα αποφάσισαν να πάρουν τα παιδιά τους και να πάνε μία εκδρομή για να ξεκουραστούν από τις δουλειές τους στο γραφείο και να περάσουν χρόνο με τα παιδιά τους. Ύστερα από λίγες μέρες γύρισαν στο σπίτι τους και πήγαν στο γραφείο όπου ο Κωνσταντίνος έκλεισε μια συμφωνία με μια μεγάλη εταιρία οικοδόμησης σπιτιών. Τότε πήρε τα παιδιά και την γυναίκα του και πήγαν για φαγητό για να το γιορτάσουν. Όταν έφτασαν στο εστιατόριο και έκατσαν ξαφνικά η Ειρήνη πάγωσε μια και απέναντι τους καθόταν μια τετραμελής οικογένεια και νόμιζε πως ήταν ο Ανδρέας αλλά μετά από λίγη ώρα σταμάτησε να δίνει σημασία. Στη συνέχεια αυτός ο άντρας πήγε και μίλησε στο Κωνσταντίνο και του συστήθηκε ως Ανδρέας Ανδρέου. Τότε η Ειρήνη πάγωσε γιατί κατάλαβε πως τελικά ήταν όντως Εκείνος. Έτσι αναστατώθηκε και πήρε τα παιδιά και τον άνδρα της και έφυγαν. Ο Κωνσταντίνος τη ρώτησε τι είχε αλλά εκείνη είπε πως ήταν απλά μία μικρή αδιαθεσία. Την επόμενη μέρα η Ειρήνη είχε πάει τις κόρες της στη παιδική χαρά μιας και ο άντρας με το γιο τους είχαν πάει στη θάλασσα. Εκεί συνάντησε και τον Ανδρέα με τη γυναίκα και το γιό του. Όταν εκείνος πλησίασε για να της μιλήσει εκείνη απομακρύνθηκε, αλλά εκείνος επέμενε να την μιλήσει.
-Ειρήνη!!! Φώναξε
Εκείνη στάθηκε παγωμένη και γύρισε και του είπε:
-         Ανδρέα άκου! Έχουμε κάνει και οι δύο τις επιλογές μας και έχουμε φτιάξει τη ζωή μας και έχουμε κάνει οικογένεια  με τους ανθρώπους που πραγματικά μας αξίζουν.
Στην αρχή δεν πίστευε στα αυτιά του με όσα άκουγε αλλά τη κοίταξε στα μάτια και με βαρύ ύφος της είπε :
-Τόσα χρόνια σε έψαχνα, στεναχωριόμουν, πίστευα πως δεν θα ξαναέφτιαχνα τη ζωή μου γιατί σε αγαπούσα ασχέτως που δεν το έδειχνα και πίστευες πως ήθελα τη προίκα σου. Όμως βρέθηκε η Ελένη που με αγάπησε και κάλυψε το κενό που άφησες εσύ! Ίσως και να έχεις δίκιο. Ίσως να πρέπει να ξεχάσουμε το παρελθόν και να συνεχίσουμε τη ζωή μας με αυτούς τους ανθρώπους που έχουμε κάνει οικογένεια και τους αγαπάμε και μας αγαπάνε…
-Ωραία! Αντίο, και καλή συνέχεια στη ζωή σου.
-Αντίο…


Έτσι συνέχισαν κανονικά τη ζωή τους και κράτησαν τυπικές επαφές ως 2 καλοί γνωστοί.  

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Πανελλήνιος Μαθητικός Διαγωνισμός Ποίησης και Λογοτεχνίας

Μετά από τόσες ωραίες συνέχειες και τόσους εν δυνάμει λογοτέχνες, δε μπορώ παρά να κοινοποιήσω την παρακάτω ανακοίνωση:
(σκεφτείτε το!-στη διάθεσή σας πάντα για οποιαδήποτε βοήθεια!)

Η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.) προκηρύσσει τον 19ο Πανελλήνιο Μαθητικό Διαγωνισμό 2017 στις κατηγορίες: ΠΟΙΗΣΗ και ΔΙΗΓΗΜΑ.
ΟΡΟΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ:
1) Ο διαγωνισμός περιλαμβάνει δύο είδη του λόγου: ΠΟΙΗΣΗ και ΔΙΗΓΗΜΑ.
2)Τα ποιήματα δεν πρέπει να υπερβαίνουν τους 30 στίχους, τα διηγήματα τις 6 σελίδες και να είναι δακτυλογραφημένα σε υπολογιστή (όχι χειρόγραφα). Το μέγεθος των χαρακτήρων θα είναι σε όλα 14.
3) Δικαίωμα συμμετοχής έχουν μαθητές και μαθήτριες της Γ’ τάξεως Γυμνασίου και όλων των τάξεων Λυκείου και Τ.Ε.Ε., ηλικίας μέχρι και 20 ετών, με ένα μόνο ποίημα ή διήγημα.
4) Ο ίδιος διαγωνιζόμενος έχει δικαίωμα συμμετοχής και στις δύο κατηγορίες ταυτόχρονα, αρκεί να πληροί τους απαραίτητους όρους συμμετοχής για έκαστο είδος.
5) Δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην κάθε κατηγορία όσοι πήραν Α’ Βραβείο σ’ αυτήν, στο διαγωνισμό των δύο προηγουμένων ετών 2015 και 2016.
6)Το θέμα του διαγωνισμού είναι ελεύθερο. Συλλογικά γραμμένα έργα θα αποκλείονται.
7) Κάθε έργο υποβάλλεται σε πέντε (5) δακτυλογραφημένα αντίτυπα (από υπολογιστή), με το ψευδώνυμο του συμμετέχοντα στο πάνω δεξιό μέρος της σελίδας.
8)Το ψευδώνυμο που θα χρησιμοποιήσει ο κάθε μαθητής πρέπει να είναι μονολεκτικό, γραμμένο ελληνικά (π.χ. Νεφέλη, Δαναός, Άστρο κ.ά.) και να μην το έχει χρησιμοποιήσει άλλη φορά σε διαγωνισμό της Π.Ε.Λ.
9)Το πραγματικό ονοματεπώνυμο του μαθητή, η διεύθυνση κατοικίας του, το τηλέφωνό του (σταθερό και κινητό), e-mail, καθώς και τα πλήρη στοιχεία του σχολείου του, πρέπει να βρίσκονται σε κλεισμένο μικρότερο φάκελο που εξωτερικά θα έχει μόνο το ψευδώνυμο, τον τίτλο του έργου του και την κατηγορία (π.χ. ποίηση ή διήγημα).
10)Τα κείμενα πρέπει να αποστέλλονται μέσα σε απλούs φακέλουs από τις Διευθύνσεις των Γυμνασίων ή Λυκείων (Γενικών και Τεχνικών), ή απευθείας από τους μαθητές (ΜΕ ΑΠΛΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ, ΟΧΙ ΣΥΣΤΗΜΕΝΗ), έως τις 15 ΜΑΡΤΙΟΥ 2017, στη διεύθυνση:
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ – ΓΕΡΑΝΙΟΥ 41 (2ος όροφοs),-ΟΜΟΝΟΙΑ- Τ.Κ. 10431 ΑΘΗΝΑ (τηλ. 210 3302550), υποχρεωτικά με την ένδειξη « Για τον μαθητικό διαγωνισμό ποίησης» ή «Για τον μαθητικό διαγωνισμό διηγήματος». Στη θέση του αποστολέα στον εξωτερικό μεγάλο φάκελο να σημειωθεί ΜΟΝΟ ΤΟ ΨΕΥΔΩΝΥΜΟ.
11) Σε περίπτωση που ένας διαγωνιζόμενος λάβει μέρος και στις δύο κατηγορίες, μπορεί τους φακέλους με την κάθε κατηγορία και τις σχετικές ενδείξεις ( που ο καθένας τους όμως θα περιέχει ξεχωριστό κλειστό φάκελο προσωπικών στοιχείων του μαθητή) να τους τοποθετήσει μέσα σε μεγαλύτερο, ο οποίος πρέπει να αναγράφει: «Για τον μαθητικό διαγωνισμό ποίησης και διηγήματος», εάν θέλει να ταχυδρομήσει ένα μόνο φάκελο.
Τελευταία ημερομηνία αποστολής των έργων ορίζεται ,ως και παραπάνω αναγράφεται, η 15η ΜΑΡΤΙΟΥ 2017 (σφραγίδα ταχυδρομείου).
Οι διακριθέντες θα ειδοποιηθούν έγκαιρα για την τελετή βράβευσης, η ημερομηνία της οποίας θα κοινοποιηθεί με νεότερη ανακοίνωσή μας.
Τα αποσταλέντα έργα δεν επιστρέφονται, ενώ τα μη διακριθέντα θα καταστραφούν μαζί με τα προσωπικά στοιχεία των διαγωνισθέντων.
ΕΡΓΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΠΛΗΡΟΥΝ ΤΟΥΣ ΑΝΩΤΕΡΩ ΟΡΟΥΣ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΘΑ ΑΠΟΚΛΕΙΟΝΤΑΙ.
Πληροφορίες για το διαγωνισμό στα τηλέφωνα 6977853235 (κ.Μαίρη Βούλγαρη) και 6936600781 (κ.Ηλία Παπακωνσταντίνου)

Η τιμή και το χρήμα-δέκα χρόνια μετά (5)



          7η εκδοχή

     Η Ρήνη περπατούσε δεξιά και αριστερά στη μέση του δωματίου εμφανώς ανήσυχη περιμένοντας τον γιατρό να μιλήσει. Όλες τις οι σκέψεις ήταν για τη κόρη της , την μονάκριβη της , τι θα απογίνονταν η μικρή χωρίς εκείνη ;
        Ο γιατρός έριξε άλλη  μία ματιά στις σημειώσεις του, κατέβασε το βλέμμα του και για στιγμή επικράτησε απόλυτη σιωπή.
-Τι είναι γιατρέ; Είναι κάτι σοβαρό; Τι έχω; Η αγωνία και ο φόβος στα μάτια της φαίνονταν ολοκάθαρα καθώς περίμενε το γιατρό να  ανακοινώσει τη διάγνωση της.
-Δυστυχώς… πρέπει να σας ενημερώσω πως τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά. Σύμφωνα με τα συμπτώματα σας και τις αντιδράσεις του  οργανισμού σας , ο χρόνος ζωή σας είναι απροσδιόριστος όμως με αυτούς τους ρυθμούς, ελάχιστος.
- Δεν γίνεται… δεν είναι δυνατόν να είναι αλήθεια! Μα δεν γίνεται να κάνουμε τίποτα , κάποιο φάρμακο κάτι ; Ο,τιδήποτε και αν χρειαστεί θα το κάνω όμως δεν μπορώ να φύγω, δεν μπορώ να αφήσω τη κόρη μου μόνη της, είπε προσπαθώντας  με δυσκολία να μην κλάψει.
-Το μόνο που θα μπορούσα να κάνω είναι να σας δώσω κάποια φάρμακα για τον πόνο, όμως τίποτα παραπάνω . Λυπάμαι πολύ.
        Με αυτά τα τελευταία λόγια του γιατρού η Ρήνη έφυγε από ιατρείο. Καθώς προχωρούσε στο δρόμο ,τα λόγια του γιατρού παίζονταν σαν κασέτα ξανά και ξανά μες στο μυαλό της. Τρείς μήνες! Τι θα μπορούσε να κάνει; Μια γυναίκα μόνη ,το παιδί τι θα το έκανε; Πως θα ζούσε; Ποιος θα τη φρόντιζε; Δεν της πήγαινε καρδιά να το αφήσει στο ίδρυμα και δεδομένου πως η μητέρα είχε φύγει από τη ζωή πριν τρια χρόνια η μικρή δεν είχε κανένα άλλο  συγγενή στο κόσμο εκτός…  από τον Αντρέα.
      Όσο θύμο και μίσος και αν ένιωθε για εκείνον , ήταν η μονή της λύση. Έπρεπε να ξεχάσει την αξιοπρέπεια της και να προσπαθήσει να επικοινωνήσει μαζί του για να δει αν ήταν πρόθυμος να αναλάβει το παιδί τους. Ήξερε πως παρόλα τα ελαττώματα του ο Αντρέας αγαπούσε τα παιδιά και θα κατόρθωνε να γίνει ένας σωστός πατέρας. Ύστερα λοιπόν από πολύ σκέψη η Ρήνη αποφάσισε να ενημερώσει τον Αντρέα για την κατάσταση.
            ‘Αντρέα,
        Ξέρω ότι έχουν περάσει  δέκα ολόκληρα χρόνια από την τελευταία φορά που μιλήσαμε .Η αλήθεια είναι ότι στην πραγματικότητα δεν είχα σκοπό να ξανά επικοινωνήσω ποτέ μαζί σου, όμως ζωή τα έφερε έτσι που η κόρη σου , σε έχει τεράστια ανάγκη. Ξέρω ότι δεν σου έδωσα την ευκαιρία να τη γνωρίσεις πότε στη δίνω όμως τώρα. Βλέπεις... δεν είμαι καλά στην υγεία μου, οι γιατροί δεν μου δίνουν πολύ χρόνο ζωής. Σε ικετεύω μην την αφήσεις μόνη , είσαι ο μόνος που της έχει απομείνει ...Μην αφήσεις να αδικηθεί η κορούλα μας για τα δικά μας λάθη. Έλα να την πάρεις Αντρέα, να τη φροντίζεις και για τους δύο μας.
                                                                     Σε περιμένω,
                                                                                                Ρήνη’

               Δέκα μέρες πέρασαν και ο Αντρέας ακόμη να φανεί. Η κατάσταση της Ρήνης χειροτέρευε. Δεν ήξερε τι άλλο μπορούσε να κάνει, απλά περίμενε.
     Την  ενδέκατη μέρα καθώς η Ρήνη μαγείρευε άκουσε κάποιον να χτύπα την εξώπορτα, έσπευσε και άνοιξε την πόρτα. Τότε ξεπρόβαλε μπροστά της εκείνος. Αμέσως τα χρόνια μηδενίστηκαν. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, σκέφτηκε.
     -Μπορώ να περάσω;
     -Ναι, φυσικά πέρνα. Είπε και έκανε ένα βήμα πίσω για να περάσει ο Αντρέας.
- Ευχαριστώ. Πρόσθεσε σιγανά.
-Τι; Για ποιο πράγμα; Δεν ήρθα για εσένα , για το παιδί μου ήρθα , για το παιδί που πότε δεν μου έδωσες την ευκαιρία να γνωρίσω. Για εκείνη ήρθα ,μόνο για εκείνη. Ήρθα να την πάρω.
        Η επιθετικότητα με την οποία της μιλούσε ο Αντρέας την εξέπληξε δυσάρεστα, πίστευε πως ύστερα από τόσα χρόνια ο θυμός θα είχε χαθεί , όμως έκανε λάθος.
-Συγνώμη , ναι το ξέρω στη στέρησα όμως τι άλλο θα μπορούσα να έχω κάνει; Τι θα της έλεγα; Πως είναι παιδί έκτος γάμου; Ή ότι το μόνο που ένοιαζε το πατέρα της ήταν λεφτά; Πίστευα πως έκανα το σωστό , πως χωρίς εσένα θα μεγάλωνε καλύτερα . Η μοίρα όμως τα έφερε αλλιώς και έτσι τώρα σου δίνει την ευκαιρία που ποτέ δεν σου έδωσα εγώ να μεγαλώσεις την κόρη σου. Στάματα λοιπόν να μου επιτίθεσαι ,τίποτα από όλα αυτά δεν έχει νόημα πια ότι έγινε , έγινε. Σε παρακαλώ, έλα να συζητήσουμε για το παιδί.

-Έχεις δίκιο, η μοίρα μου δίνει τη δυνατότητα να αναθρέψω τη κόρη μου , κάτι που αν δεν ήσουν τόσο ξεροκέφαλη θα μου είχες δώσει εσύ. Αν δεν είχες φύγει τότε τίποτα από όλα αυτά δεν θα συνέβαινε.  Θα ήμασταν μία οικογένεια , θα ήμασταν ευτυχισμένοι. Δεν με αγαπούσες όμως αρκετά για να με εμπιστευτείς. Πίστευες ότι τα χρήματα τα ήθελα για εμένα , για ακόμη μια φόρα όμως έκανες λάθος , για εσένα τα ήθελα. Δεν ήθελα να ζείς μες τη μιζέρια , ήθελα να έχεις τα πάντα.

-Το ξέρω , το ξέρω ότι με αγάπησες και εγώ το ίδιο  όμως η αγάπη σου για τα τάλαρα ήταν πιο δυνατή από τη δική μας. Και σταμάτα επιτέλους να προσπαθείς να με γεμίσεις ενοχές , ξέρουμε πολύ καλά και οι δύο πως τα χρήματα τα ήθελες για τα χρέη σου ούτε για εμένα ,ούτε για τίποτα άλλο.

-Ναι , είναι αλήθεια είχα χρέη να ξεπληρώσω όμως , αφού τα τακτοποιούσα η ζωή μας θα ήταν υπέροχη το σκέφτηκες  ποτέ αυτό; Σκεφ-

   Οι λέξεις σταμάτησαν να αρθρώνονται απότομα από τα χείλη του Ανδρέα , τα μάτια του παρατηρούσαν αργά το σώμα της Ρήνης να σωριάζεται στο πάτωμα. Την πήρε στα χέρια του και πήγε τρέχοντας στο ιατρείο δύο στενά πιο κάτω.
    Παρατηρούσε με αγωνιά  το γιατρό να εξετάζει το , σχεδόν άψυχο, σώμα της Ρήνης . Ένιωθε την αναμονή να τον τρελαίνει και παρόλο που δεν είχε τη δύναμη να το παραδεχτεί ,δεν θα άντεχε να την χάσει ξανά.  
     Ο γιατρός γύρισε προς την πλευρά του Αντρέα προσπαθώντας ,μάταια, να τον κοιτάξει κατάματα.

           -Πείτε μου γιατρέ , θα γίνει καλά ; Πώς είναι;
           -Κύριε μου πρέπει , να κρατήστε την ψυχραιμία σας. Δυστυχώς, η κύρια είναι πολύ σοβαρά, οι ώρες που της απομένουν είναι πολύ λίγες. Θα σας αφήσω να την αποχαιρετήσετε.
           Προχώρησε διστακτικά και κάθισε στη καρέκλα δίπλα από το κρεβάτι που βρισκόταν αναίσθητη η Ρήνη και την κράτησε απ’ το χέρι. Τα μάτια του βούρκωσαν , όλες οι στιγμές που ήταν μαζί πέρασαν μπροστά από τα ματιά του. Πόσο δίκιο είχες; Σκέφτηκε. Χαράμισα τόσα χρόνια ευτυχίας για λίγα χρήματα.
    -Πως σε άφησα να φύγεις ; Φώναξε και άρχισε να κλαίει. Είχα τον αληθινό θησαυρό στα χέρια μου και τον άφησα τόσο εύκολα να ξεγλιστρήσει. Περνούσαν οι ώρες και ο Αντρέας ακόμη εξιστορούσε στη Ρήνη πόσο άθλια ήταν η ζωή του χωρίς εκείνη, πως κάθε μέρα που περνούσε μακριά της υπέφερε και πως ότι της είχε πει μερικές ώρες πριν ήταν όλα ψέματα , ψέματα που και ο ίδιος είχε πιστέψει για να μη νιώθει ένοχες. Σε όλα αυτά όμως υπήρξε μία και μοναδική αλήθεια, ότι την αγάπησε και ότι ακόμη την αγαπούσε. Ύστερα από κάποιες ώρες ο Αντρέας αποκοιμήθηκε εκεί δίπλα της. Όταν  πλέον ξύπνησε το χέρι της ήταν παγωμένο και η όψη της χλωμή , όταν την αντίκρισε ήξερε πως είχε φύγει ξανά , αυτή τη φορά για πάντα.

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

Η τιμή και το χρήμα-δέκα χρόνια μετά (4)

6η εκδοχή



  Ένα όμορφο και ηλιόλουστο θερινό πρωινό, η Ρήνη φώναζε τον μικρό Αντρέα να βγει από τα γαλανά νερά του Ιονίου. Τής άρεσε να τον πηγαίνει εκεί. Απολάμβανε το ελαφρύ αεράκι που της χάιδευε τα μαλλιά και χαλάρωνε όταν παρατηρούσε το απέναντι μικρό καταπράσινο νησάκι.

   Εκείνη τη μέρα έπρεπε να φύγει νωρίς όμως. Ο μικρός Αντρέας την αυριανή είχε τα γενέθλιά του, θα έκλεινε μόλις τα δέκα του χρόνια κι έπρεπε να περάσει από την αγορά να πάρει κάποια υλικά για το γλυκό που θα ετοίμαζε. Θα του έκανε μία μικρή γιορτούλα με τους συγγενείς του άντρα της και κάποιους γείτονες.

  Ο σύζυγος της Ρήνης, ο Κωνσταντίνος, ήταν ένας πολύ όμορφος και μετρημένος κύριος. Είχε σπουδάσει στη Γαλλία και αποφάσισε να μείνει στην Πάργα, όπου εκεί γεννήθηκε, όταν είδε και ερωτεύτηκε τη Ρήνη. Ήταν πολύ τρυφερός μαζί της και τη σεβόταν. Ήταν πολύ καλός πατέρας στον μικρό Αντρέα, σαν να ήταν το βιολογικό του παιδί, και φρόντιζε για τη μορφωσή του. Έμαθε επίσης στη Ρήνη να διαβάζει και να γράφει. Την αγαπούσε πολύ, δε ζήτησε από κανέναν προίκα κι ούτε τον ένοιαζε. Εξάλλου καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και είχε πολλά χρήματα.

   Πήγε, λοιπόν, η Ρήνη στο μαγαζί του κυρ-Μιχάλη, ο οποίος πωλούσε μπαχαρικά. Ήθελε να πάρει λίγη ζάχαρη. Εκεί ήταν άλλος ένας γκριζομάλλης κύριος, με ένα μαύρο καπέλο, ψηλός, να συνεννοείται με τον μαγαζάτορα για την επόμενη παραγγελία.

« Θα τα πούμε το φθινόπωρο λοιπόν », είπε

« Ναι ναι, μην ξεχνάς, πενήντα κιλά από την καλή τη ζάχαρη », είπε ο κυρ-Μιχάλης κι έδωσε κάποια χρήματα στον κύριο με το καπέλο.

  Η Ρήνη περίμενε με τον μικρό Αντρέα, μέχρι να τελειώσει τις δουλειές του ο μαγαζάτορας. Μόλις, λοιπόν, πάει να του παραγγείλει τη ζάχαρη, ο άγνωστος κύριος – χωρίς να την είχε δει είπε: « Η καλύτερη ζάχαρη παρακαλώ!! » και γύρισε να δει την κυρία. Μόλις την είδε έμεινε ακίνητος και τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα. Κι η Ρήνη, από τη μεριά της, όταν αντιλήφθηκε πως ήξερε αυτόν τον άντρα σταμάτησε να μιλά.

«Ρήνη;»

«Αντρέα;», είπαν ταυτόχρονα

Ήταν μία στιγμή αμηχανίας, τόσο μεγάλης που η Ρήνη έκανε σαν να μην το είχε δει, σαν να μην τον ήξερε και έφυγε. Προχωρούσε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, δεν ήθελε να την ακολουθήσει ο Αντρέας. Μα εκείνος την πρόλαβε. Λαχανιασμένος την ρώτησε:

« Πως βρέθηκες εσύ εδώ;»

« Εδώ πλέον μένω, εδώ είναι το σπίτι μου», του απάντησε η Ρήνη. Προσπαθούσε να μην τον κοιτάει στα μάτια. Γι’ αυτήν ο Αντρέας είχε πια τελειώσει.

«Μαμά…», είπε τρομαγμένα ο μικρός και τραβούσε τη Ρήνη από το φουστάνι της να φύγουνε.

« Αυτός είναι;», τη ρώτησε ο Αντρέας

« Ναι», του απάντησε

« Πως τον λένε; Πωπω πόσο όμορφος είναι και….»



«Αντρέα» είπε βιαστικά η Ρήνη για να τον διακόψει.Δεν ήθελε να τον αφήσει να πει μπροστά στον μικρό ότι του μοιάζει. Γιατί πράγματι ήταν ίδιοι. « Πρέπει να φύγω, θα με περιμένει ο άντρας μου», πρόσθεσε κι αποχώρησε.

« Στάσου…», της είπε ο Αντρέας, μα εκείνη συνέχισε να προχωρά.

   Στο δρόμο για το σπίτι, δε μιλούσε. Απλώς σκεφτόταν. Εκατομμύρια σκέψεις και φόβοι πλημμύριζαν το μυαλό της μετά τη συνάντησή της με τον Αντρέα. Φοβόταν μήπως ο Αντρέας κάνει κακό στο γάμο της. Δεν ήθελε να μπει τίποτα εμπόδιο στην ευτυχία της. Στο σπίτι έδειχνε φυσιολογική, καθόλου ανήσυχη, αν και μέσα της βασανιζόταν. Ούτε ο άντρας της κατάλαβε τίποτα, παρόλου που ήξερε πολύ καλά την Ρήνη.

   Την επόμενη μέρα, γεμάτοι χαρά, οι δύο γονείς ξυπνάνε τον μικρό Αντρέα. Του έκαναν γιορτή και ήρθε κόσμος στο σπίτι. Η Ρήνη δε σκεφτόταν πλέον τον Αντρέα, πίστευε πως θα έφευγε για άλλες παραγγελίες και ότι δεν θα τον ξαναέβλεπε. Μα έκανε λάθος. Ξαφνικά χτύπησε η πόρτα. Η Ρήνη, αν και δεν περίμενε κάποιον άλλον, πήγε να την ανοίξει. Ήταν ο Αντρέας. Μόλις τον είδε, έκλεισε την πόρτα, μα ο Αντρέας χτυπούσε όλο και πιο δυνατά. Η μουσική δεν μπορούσε να καλύψει τον ήχο αυτόν κι έτσι για να μην προξενήσει τα βλέμματα, η Ρήνη βγήκε έξω να τον αντιμετωπίσει.

« Τι θες Αντρέα;», τον ρώτησε νευριασμένη.

« Θέλω να δω τον γιο μου!», της είπε.

« Τώρα τον σκέφτηκες τον γιο σου! Όταν η μάνα μου δεν σου’δινε τα χρήματα, ούτε που σ’ ένοιαζε! Φύγε Αντρέα!», του είπε αποφασιστικά η Ρήνη.

« Έχεις δίκιο Ρήνη…ό,τι κι αν πεις… Συγνώμη… έλα μαζί μου! Άφησε τα όλα, πάρε το γιο μας κι έλα να ζήσουμε μαζί! Σκέψου την αγάπη μας…»

«Μετά από τόσο καιρό έρχεσαι και μου ζητάς συγνώμη; Μετά από αυτά που’καμες, θες και μιλάς για την αγάπη μας; Δεν υπάρχει τίποτα Αντρέα ανάμεσά μας! Διάλεξες τα τάλαρα κι όχι εμένα. Δεν υπάρχει γιος μας. Ο μικρός Αντρέας έχει πατέρα. Και μάλιστα τον καλύτερο! Ο Κωνσταντίνος είναι άψογος, σε αντίθεση με σένα, νοιάστηκε από την πρώτη στιγμή. Τον αγαπώ και δε θέλω να τον χάσω. Γι’ αυτό, φύγε Αντρέα! Αντίο!»

Ο Αντρέας πικραμένος, αποχώρησε λέγοντας «Ανάθεμα τα τάλαρα!»



  Έ