Chrome - Handwriting

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Πανελλήνιος Μαθητικός Διαγωνισμός Ποίησης και Λογοτεχνίας

Μετά από τόσες ωραίες συνέχειες και τόσους εν δυνάμει λογοτέχνες, δε μπορώ παρά να κοινοποιήσω την παρακάτω ανακοίνωση:
(σκεφτείτε το!-στη διάθεσή σας πάντα για οποιαδήποτε βοήθεια!)

Η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.) προκηρύσσει τον 19ο Πανελλήνιο Μαθητικό Διαγωνισμό 2017 στις κατηγορίες: ΠΟΙΗΣΗ και ΔΙΗΓΗΜΑ.
ΟΡΟΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ:
1) Ο διαγωνισμός περιλαμβάνει δύο είδη του λόγου: ΠΟΙΗΣΗ και ΔΙΗΓΗΜΑ.
2)Τα ποιήματα δεν πρέπει να υπερβαίνουν τους 30 στίχους, τα διηγήματα τις 6 σελίδες και να είναι δακτυλογραφημένα σε υπολογιστή (όχι χειρόγραφα). Το μέγεθος των χαρακτήρων θα είναι σε όλα 14.
3) Δικαίωμα συμμετοχής έχουν μαθητές και μαθήτριες της Γ’ τάξεως Γυμνασίου και όλων των τάξεων Λυκείου και Τ.Ε.Ε., ηλικίας μέχρι και 20 ετών, με ένα μόνο ποίημα ή διήγημα.
4) Ο ίδιος διαγωνιζόμενος έχει δικαίωμα συμμετοχής και στις δύο κατηγορίες ταυτόχρονα, αρκεί να πληροί τους απαραίτητους όρους συμμετοχής για έκαστο είδος.
5) Δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην κάθε κατηγορία όσοι πήραν Α’ Βραβείο σ’ αυτήν, στο διαγωνισμό των δύο προηγουμένων ετών 2015 και 2016.
6)Το θέμα του διαγωνισμού είναι ελεύθερο. Συλλογικά γραμμένα έργα θα αποκλείονται.
7) Κάθε έργο υποβάλλεται σε πέντε (5) δακτυλογραφημένα αντίτυπα (από υπολογιστή), με το ψευδώνυμο του συμμετέχοντα στο πάνω δεξιό μέρος της σελίδας.
8)Το ψευδώνυμο που θα χρησιμοποιήσει ο κάθε μαθητής πρέπει να είναι μονολεκτικό, γραμμένο ελληνικά (π.χ. Νεφέλη, Δαναός, Άστρο κ.ά.) και να μην το έχει χρησιμοποιήσει άλλη φορά σε διαγωνισμό της Π.Ε.Λ.
9)Το πραγματικό ονοματεπώνυμο του μαθητή, η διεύθυνση κατοικίας του, το τηλέφωνό του (σταθερό και κινητό), e-mail, καθώς και τα πλήρη στοιχεία του σχολείου του, πρέπει να βρίσκονται σε κλεισμένο μικρότερο φάκελο που εξωτερικά θα έχει μόνο το ψευδώνυμο, τον τίτλο του έργου του και την κατηγορία (π.χ. ποίηση ή διήγημα).
10)Τα κείμενα πρέπει να αποστέλλονται μέσα σε απλούs φακέλουs από τις Διευθύνσεις των Γυμνασίων ή Λυκείων (Γενικών και Τεχνικών), ή απευθείας από τους μαθητές (ΜΕ ΑΠΛΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ, ΟΧΙ ΣΥΣΤΗΜΕΝΗ), έως τις 15 ΜΑΡΤΙΟΥ 2017, στη διεύθυνση:
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ – ΓΕΡΑΝΙΟΥ 41 (2ος όροφοs),-ΟΜΟΝΟΙΑ- Τ.Κ. 10431 ΑΘΗΝΑ (τηλ. 210 3302550), υποχρεωτικά με την ένδειξη « Για τον μαθητικό διαγωνισμό ποίησης» ή «Για τον μαθητικό διαγωνισμό διηγήματος». Στη θέση του αποστολέα στον εξωτερικό μεγάλο φάκελο να σημειωθεί ΜΟΝΟ ΤΟ ΨΕΥΔΩΝΥΜΟ.
11) Σε περίπτωση που ένας διαγωνιζόμενος λάβει μέρος και στις δύο κατηγορίες, μπορεί τους φακέλους με την κάθε κατηγορία και τις σχετικές ενδείξεις ( που ο καθένας τους όμως θα περιέχει ξεχωριστό κλειστό φάκελο προσωπικών στοιχείων του μαθητή) να τους τοποθετήσει μέσα σε μεγαλύτερο, ο οποίος πρέπει να αναγράφει: «Για τον μαθητικό διαγωνισμό ποίησης και διηγήματος», εάν θέλει να ταχυδρομήσει ένα μόνο φάκελο.
Τελευταία ημερομηνία αποστολής των έργων ορίζεται ,ως και παραπάνω αναγράφεται, η 15η ΜΑΡΤΙΟΥ 2017 (σφραγίδα ταχυδρομείου).
Οι διακριθέντες θα ειδοποιηθούν έγκαιρα για την τελετή βράβευσης, η ημερομηνία της οποίας θα κοινοποιηθεί με νεότερη ανακοίνωσή μας.
Τα αποσταλέντα έργα δεν επιστρέφονται, ενώ τα μη διακριθέντα θα καταστραφούν μαζί με τα προσωπικά στοιχεία των διαγωνισθέντων.
ΕΡΓΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΠΛΗΡΟΥΝ ΤΟΥΣ ΑΝΩΤΕΡΩ ΟΡΟΥΣ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΘΑ ΑΠΟΚΛΕΙΟΝΤΑΙ.
Πληροφορίες για το διαγωνισμό στα τηλέφωνα 6977853235 (κ.Μαίρη Βούλγαρη) και 6936600781 (κ.Ηλία Παπακωνσταντίνου)

Η τιμή και το χρήμα-δέκα χρόνια μετά (5)



          7η εκδοχή

     Η Ρήνη περπατούσε δεξιά και αριστερά στη μέση του δωματίου εμφανώς ανήσυχη περιμένοντας τον γιατρό να μιλήσει. Όλες τις οι σκέψεις ήταν για τη κόρη της , την μονάκριβη της , τι θα απογίνονταν η μικρή χωρίς εκείνη ;
        Ο γιατρός έριξε άλλη  μία ματιά στις σημειώσεις του, κατέβασε το βλέμμα του και για στιγμή επικράτησε απόλυτη σιωπή.
-Τι είναι γιατρέ; Είναι κάτι σοβαρό; Τι έχω; Η αγωνία και ο φόβος στα μάτια της φαίνονταν ολοκάθαρα καθώς περίμενε το γιατρό να  ανακοινώσει τη διάγνωση της.
-Δυστυχώς… πρέπει να σας ενημερώσω πως τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά. Σύμφωνα με τα συμπτώματα σας και τις αντιδράσεις του  οργανισμού σας , ο χρόνος ζωή σας είναι απροσδιόριστος όμως με αυτούς τους ρυθμούς, ελάχιστος.
- Δεν γίνεται… δεν είναι δυνατόν να είναι αλήθεια! Μα δεν γίνεται να κάνουμε τίποτα , κάποιο φάρμακο κάτι ; Ο,τιδήποτε και αν χρειαστεί θα το κάνω όμως δεν μπορώ να φύγω, δεν μπορώ να αφήσω τη κόρη μου μόνη της, είπε προσπαθώντας  με δυσκολία να μην κλάψει.
-Το μόνο που θα μπορούσα να κάνω είναι να σας δώσω κάποια φάρμακα για τον πόνο, όμως τίποτα παραπάνω . Λυπάμαι πολύ.
        Με αυτά τα τελευταία λόγια του γιατρού η Ρήνη έφυγε από ιατρείο. Καθώς προχωρούσε στο δρόμο ,τα λόγια του γιατρού παίζονταν σαν κασέτα ξανά και ξανά μες στο μυαλό της. Τρείς μήνες! Τι θα μπορούσε να κάνει; Μια γυναίκα μόνη ,το παιδί τι θα το έκανε; Πως θα ζούσε; Ποιος θα τη φρόντιζε; Δεν της πήγαινε καρδιά να το αφήσει στο ίδρυμα και δεδομένου πως η μητέρα είχε φύγει από τη ζωή πριν τρια χρόνια η μικρή δεν είχε κανένα άλλο  συγγενή στο κόσμο εκτός…  από τον Αντρέα.
      Όσο θύμο και μίσος και αν ένιωθε για εκείνον , ήταν η μονή της λύση. Έπρεπε να ξεχάσει την αξιοπρέπεια της και να προσπαθήσει να επικοινωνήσει μαζί του για να δει αν ήταν πρόθυμος να αναλάβει το παιδί τους. Ήξερε πως παρόλα τα ελαττώματα του ο Αντρέας αγαπούσε τα παιδιά και θα κατόρθωνε να γίνει ένας σωστός πατέρας. Ύστερα λοιπόν από πολύ σκέψη η Ρήνη αποφάσισε να ενημερώσει τον Αντρέα για την κατάσταση.
            ‘Αντρέα,
        Ξέρω ότι έχουν περάσει  δέκα ολόκληρα χρόνια από την τελευταία φορά που μιλήσαμε .Η αλήθεια είναι ότι στην πραγματικότητα δεν είχα σκοπό να ξανά επικοινωνήσω ποτέ μαζί σου, όμως ζωή τα έφερε έτσι που η κόρη σου , σε έχει τεράστια ανάγκη. Ξέρω ότι δεν σου έδωσα την ευκαιρία να τη γνωρίσεις πότε στη δίνω όμως τώρα. Βλέπεις... δεν είμαι καλά στην υγεία μου, οι γιατροί δεν μου δίνουν πολύ χρόνο ζωής. Σε ικετεύω μην την αφήσεις μόνη , είσαι ο μόνος που της έχει απομείνει ...Μην αφήσεις να αδικηθεί η κορούλα μας για τα δικά μας λάθη. Έλα να την πάρεις Αντρέα, να τη φροντίζεις και για τους δύο μας.
                                                                     Σε περιμένω,
                                                                                                Ρήνη’

               Δέκα μέρες πέρασαν και ο Αντρέας ακόμη να φανεί. Η κατάσταση της Ρήνης χειροτέρευε. Δεν ήξερε τι άλλο μπορούσε να κάνει, απλά περίμενε.
     Την  ενδέκατη μέρα καθώς η Ρήνη μαγείρευε άκουσε κάποιον να χτύπα την εξώπορτα, έσπευσε και άνοιξε την πόρτα. Τότε ξεπρόβαλε μπροστά της εκείνος. Αμέσως τα χρόνια μηδενίστηκαν. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, σκέφτηκε.
     -Μπορώ να περάσω;
     -Ναι, φυσικά πέρνα. Είπε και έκανε ένα βήμα πίσω για να περάσει ο Αντρέας.
- Ευχαριστώ. Πρόσθεσε σιγανά.
-Τι; Για ποιο πράγμα; Δεν ήρθα για εσένα , για το παιδί μου ήρθα , για το παιδί που πότε δεν μου έδωσες την ευκαιρία να γνωρίσω. Για εκείνη ήρθα ,μόνο για εκείνη. Ήρθα να την πάρω.
        Η επιθετικότητα με την οποία της μιλούσε ο Αντρέας την εξέπληξε δυσάρεστα, πίστευε πως ύστερα από τόσα χρόνια ο θυμός θα είχε χαθεί , όμως έκανε λάθος.
-Συγνώμη , ναι το ξέρω στη στέρησα όμως τι άλλο θα μπορούσα να έχω κάνει; Τι θα της έλεγα; Πως είναι παιδί έκτος γάμου; Ή ότι το μόνο που ένοιαζε το πατέρα της ήταν λεφτά; Πίστευα πως έκανα το σωστό , πως χωρίς εσένα θα μεγάλωνε καλύτερα . Η μοίρα όμως τα έφερε αλλιώς και έτσι τώρα σου δίνει την ευκαιρία που ποτέ δεν σου έδωσα εγώ να μεγαλώσεις την κόρη σου. Στάματα λοιπόν να μου επιτίθεσαι ,τίποτα από όλα αυτά δεν έχει νόημα πια ότι έγινε , έγινε. Σε παρακαλώ, έλα να συζητήσουμε για το παιδί.

-Έχεις δίκιο, η μοίρα μου δίνει τη δυνατότητα να αναθρέψω τη κόρη μου , κάτι που αν δεν ήσουν τόσο ξεροκέφαλη θα μου είχες δώσει εσύ. Αν δεν είχες φύγει τότε τίποτα από όλα αυτά δεν θα συνέβαινε.  Θα ήμασταν μία οικογένεια , θα ήμασταν ευτυχισμένοι. Δεν με αγαπούσες όμως αρκετά για να με εμπιστευτείς. Πίστευες ότι τα χρήματα τα ήθελα για εμένα , για ακόμη μια φόρα όμως έκανες λάθος , για εσένα τα ήθελα. Δεν ήθελα να ζείς μες τη μιζέρια , ήθελα να έχεις τα πάντα.

-Το ξέρω , το ξέρω ότι με αγάπησες και εγώ το ίδιο  όμως η αγάπη σου για τα τάλαρα ήταν πιο δυνατή από τη δική μας. Και σταμάτα επιτέλους να προσπαθείς να με γεμίσεις ενοχές , ξέρουμε πολύ καλά και οι δύο πως τα χρήματα τα ήθελες για τα χρέη σου ούτε για εμένα ,ούτε για τίποτα άλλο.

-Ναι , είναι αλήθεια είχα χρέη να ξεπληρώσω όμως , αφού τα τακτοποιούσα η ζωή μας θα ήταν υπέροχη το σκέφτηκες  ποτέ αυτό; Σκεφ-

   Οι λέξεις σταμάτησαν να αρθρώνονται απότομα από τα χείλη του Ανδρέα , τα μάτια του παρατηρούσαν αργά το σώμα της Ρήνης να σωριάζεται στο πάτωμα. Την πήρε στα χέρια του και πήγε τρέχοντας στο ιατρείο δύο στενά πιο κάτω.
    Παρατηρούσε με αγωνιά  το γιατρό να εξετάζει το , σχεδόν άψυχο, σώμα της Ρήνης . Ένιωθε την αναμονή να τον τρελαίνει και παρόλο που δεν είχε τη δύναμη να το παραδεχτεί ,δεν θα άντεχε να την χάσει ξανά.  
     Ο γιατρός γύρισε προς την πλευρά του Αντρέα προσπαθώντας ,μάταια, να τον κοιτάξει κατάματα.

           -Πείτε μου γιατρέ , θα γίνει καλά ; Πώς είναι;
           -Κύριε μου πρέπει , να κρατήστε την ψυχραιμία σας. Δυστυχώς, η κύρια είναι πολύ σοβαρά, οι ώρες που της απομένουν είναι πολύ λίγες. Θα σας αφήσω να την αποχαιρετήσετε.
           Προχώρησε διστακτικά και κάθισε στη καρέκλα δίπλα από το κρεβάτι που βρισκόταν αναίσθητη η Ρήνη και την κράτησε απ’ το χέρι. Τα μάτια του βούρκωσαν , όλες οι στιγμές που ήταν μαζί πέρασαν μπροστά από τα ματιά του. Πόσο δίκιο είχες; Σκέφτηκε. Χαράμισα τόσα χρόνια ευτυχίας για λίγα χρήματα.
    -Πως σε άφησα να φύγεις ; Φώναξε και άρχισε να κλαίει. Είχα τον αληθινό θησαυρό στα χέρια μου και τον άφησα τόσο εύκολα να ξεγλιστρήσει. Περνούσαν οι ώρες και ο Αντρέας ακόμη εξιστορούσε στη Ρήνη πόσο άθλια ήταν η ζωή του χωρίς εκείνη, πως κάθε μέρα που περνούσε μακριά της υπέφερε και πως ότι της είχε πει μερικές ώρες πριν ήταν όλα ψέματα , ψέματα που και ο ίδιος είχε πιστέψει για να μη νιώθει ένοχες. Σε όλα αυτά όμως υπήρξε μία και μοναδική αλήθεια, ότι την αγάπησε και ότι ακόμη την αγαπούσε. Ύστερα από κάποιες ώρες ο Αντρέας αποκοιμήθηκε εκεί δίπλα της. Όταν  πλέον ξύπνησε το χέρι της ήταν παγωμένο και η όψη της χλωμή , όταν την αντίκρισε ήξερε πως είχε φύγει ξανά , αυτή τη φορά για πάντα.

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

Η τιμή και το χρήμα-δέκα χρόνια μετά (4)

6η εκδοχή



  Ένα όμορφο και ηλιόλουστο θερινό πρωινό, η Ρήνη φώναζε τον μικρό Αντρέα να βγει από τα γαλανά νερά του Ιονίου. Τής άρεσε να τον πηγαίνει εκεί. Απολάμβανε το ελαφρύ αεράκι που της χάιδευε τα μαλλιά και χαλάρωνε όταν παρατηρούσε το απέναντι μικρό καταπράσινο νησάκι.

   Εκείνη τη μέρα έπρεπε να φύγει νωρίς όμως. Ο μικρός Αντρέας την αυριανή είχε τα γενέθλιά του, θα έκλεινε μόλις τα δέκα του χρόνια κι έπρεπε να περάσει από την αγορά να πάρει κάποια υλικά για το γλυκό που θα ετοίμαζε. Θα του έκανε μία μικρή γιορτούλα με τους συγγενείς του άντρα της και κάποιους γείτονες.

  Ο σύζυγος της Ρήνης, ο Κωνσταντίνος, ήταν ένας πολύ όμορφος και μετρημένος κύριος. Είχε σπουδάσει στη Γαλλία και αποφάσισε να μείνει στην Πάργα, όπου εκεί γεννήθηκε, όταν είδε και ερωτεύτηκε τη Ρήνη. Ήταν πολύ τρυφερός μαζί της και τη σεβόταν. Ήταν πολύ καλός πατέρας στον μικρό Αντρέα, σαν να ήταν το βιολογικό του παιδί, και φρόντιζε για τη μορφωσή του. Έμαθε επίσης στη Ρήνη να διαβάζει και να γράφει. Την αγαπούσε πολύ, δε ζήτησε από κανέναν προίκα κι ούτε τον ένοιαζε. Εξάλλου καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και είχε πολλά χρήματα.

   Πήγε, λοιπόν, η Ρήνη στο μαγαζί του κυρ-Μιχάλη, ο οποίος πωλούσε μπαχαρικά. Ήθελε να πάρει λίγη ζάχαρη. Εκεί ήταν άλλος ένας γκριζομάλλης κύριος, με ένα μαύρο καπέλο, ψηλός, να συνεννοείται με τον μαγαζάτορα για την επόμενη παραγγελία.

« Θα τα πούμε το φθινόπωρο λοιπόν », είπε

« Ναι ναι, μην ξεχνάς, πενήντα κιλά από την καλή τη ζάχαρη », είπε ο κυρ-Μιχάλης κι έδωσε κάποια χρήματα στον κύριο με το καπέλο.

  Η Ρήνη περίμενε με τον μικρό Αντρέα, μέχρι να τελειώσει τις δουλειές του ο μαγαζάτορας. Μόλις, λοιπόν, πάει να του παραγγείλει τη ζάχαρη, ο άγνωστος κύριος – χωρίς να την είχε δει είπε: « Η καλύτερη ζάχαρη παρακαλώ!! » και γύρισε να δει την κυρία. Μόλις την είδε έμεινε ακίνητος και τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα. Κι η Ρήνη, από τη μεριά της, όταν αντιλήφθηκε πως ήξερε αυτόν τον άντρα σταμάτησε να μιλά.

«Ρήνη;»

«Αντρέα;», είπαν ταυτόχρονα

Ήταν μία στιγμή αμηχανίας, τόσο μεγάλης που η Ρήνη έκανε σαν να μην το είχε δει, σαν να μην τον ήξερε και έφυγε. Προχωρούσε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, δεν ήθελε να την ακολουθήσει ο Αντρέας. Μα εκείνος την πρόλαβε. Λαχανιασμένος την ρώτησε:

« Πως βρέθηκες εσύ εδώ;»

« Εδώ πλέον μένω, εδώ είναι το σπίτι μου», του απάντησε η Ρήνη. Προσπαθούσε να μην τον κοιτάει στα μάτια. Γι’ αυτήν ο Αντρέας είχε πια τελειώσει.

«Μαμά…», είπε τρομαγμένα ο μικρός και τραβούσε τη Ρήνη από το φουστάνι της να φύγουνε.

« Αυτός είναι;», τη ρώτησε ο Αντρέας

« Ναι», του απάντησε

« Πως τον λένε; Πωπω πόσο όμορφος είναι και….»



«Αντρέα» είπε βιαστικά η Ρήνη για να τον διακόψει.Δεν ήθελε να τον αφήσει να πει μπροστά στον μικρό ότι του μοιάζει. Γιατί πράγματι ήταν ίδιοι. « Πρέπει να φύγω, θα με περιμένει ο άντρας μου», πρόσθεσε κι αποχώρησε.

« Στάσου…», της είπε ο Αντρέας, μα εκείνη συνέχισε να προχωρά.

   Στο δρόμο για το σπίτι, δε μιλούσε. Απλώς σκεφτόταν. Εκατομμύρια σκέψεις και φόβοι πλημμύριζαν το μυαλό της μετά τη συνάντησή της με τον Αντρέα. Φοβόταν μήπως ο Αντρέας κάνει κακό στο γάμο της. Δεν ήθελε να μπει τίποτα εμπόδιο στην ευτυχία της. Στο σπίτι έδειχνε φυσιολογική, καθόλου ανήσυχη, αν και μέσα της βασανιζόταν. Ούτε ο άντρας της κατάλαβε τίποτα, παρόλου που ήξερε πολύ καλά την Ρήνη.

   Την επόμενη μέρα, γεμάτοι χαρά, οι δύο γονείς ξυπνάνε τον μικρό Αντρέα. Του έκαναν γιορτή και ήρθε κόσμος στο σπίτι. Η Ρήνη δε σκεφτόταν πλέον τον Αντρέα, πίστευε πως θα έφευγε για άλλες παραγγελίες και ότι δεν θα τον ξαναέβλεπε. Μα έκανε λάθος. Ξαφνικά χτύπησε η πόρτα. Η Ρήνη, αν και δεν περίμενε κάποιον άλλον, πήγε να την ανοίξει. Ήταν ο Αντρέας. Μόλις τον είδε, έκλεισε την πόρτα, μα ο Αντρέας χτυπούσε όλο και πιο δυνατά. Η μουσική δεν μπορούσε να καλύψει τον ήχο αυτόν κι έτσι για να μην προξενήσει τα βλέμματα, η Ρήνη βγήκε έξω να τον αντιμετωπίσει.

« Τι θες Αντρέα;», τον ρώτησε νευριασμένη.

« Θέλω να δω τον γιο μου!», της είπε.

« Τώρα τον σκέφτηκες τον γιο σου! Όταν η μάνα μου δεν σου’δινε τα χρήματα, ούτε που σ’ ένοιαζε! Φύγε Αντρέα!», του είπε αποφασιστικά η Ρήνη.

« Έχεις δίκιο Ρήνη…ό,τι κι αν πεις… Συγνώμη… έλα μαζί μου! Άφησε τα όλα, πάρε το γιο μας κι έλα να ζήσουμε μαζί! Σκέψου την αγάπη μας…»

«Μετά από τόσο καιρό έρχεσαι και μου ζητάς συγνώμη; Μετά από αυτά που’καμες, θες και μιλάς για την αγάπη μας; Δεν υπάρχει τίποτα Αντρέα ανάμεσά μας! Διάλεξες τα τάλαρα κι όχι εμένα. Δεν υπάρχει γιος μας. Ο μικρός Αντρέας έχει πατέρα. Και μάλιστα τον καλύτερο! Ο Κωνσταντίνος είναι άψογος, σε αντίθεση με σένα, νοιάστηκε από την πρώτη στιγμή. Τον αγαπώ και δε θέλω να τον χάσω. Γι’ αυτό, φύγε Αντρέα! Αντίο!»

Ο Αντρέας πικραμένος, αποχώρησε λέγοντας «Ανάθεμα τα τάλαρα!»



  Έ


Η τιμή και το χρήμα -δέκα χρόνια μετά (3)

(Δεν είμαστε απλό σχολείο, φυτώριο μελλοντικών συγγραφέων-σεναριογράφων είμαστε! Μπράβο παιδιά, συνεχίστε να στέλνετε και θα ανεβαίνουν ανώνυμα-εκτός κι αν το επιθυμείτε διαφορετικά-)

 4η εκδοχή...


Η Ρήνη επιστρέφει στο χωριό της, γιατί ο γιος της πέθανε και αυτή εχασε την δουλειά της. Έχει αποφασίσει να θάψει το γιο της στο χωριό όπου ξεκίνησαν όλα. Ο Αντρέας μαθαίνει το νέο και ταραγμένος την επισκέπτεται στο μητρικό της σπίτι. Η Ρήνη είναι ταλαιπωρημένη και εξουθενωμένη από τις κακουχίες και στέκεται απόμακρη. Δεν θέλει να του πει κάτι παρόλο που αυτός προσπαθεί να την πλησιάσει και να της δείξει πόσο πολύ έχει μετανιώσει που την άφησε μόνη που στερήθηκε το γιο τους. Η Ρήνη είναι αμετακίνητη και αρνείται να τον συγχωρέσει. Όντας ντροπιασμένος αποχωρεί από το σπίτι και κινείται προς το καφενείο σε άθλια κατάσταση. Η σιόρα Επιστήμη τον χαζεύει από το παράθυρο της καθώς αυτός απομακρύνεται...

5η εκδοχή....
Τα χρόνια έχουν περάσει.Ο Αντρέας, μετά από έναν αποτυχημένο γάμο,έχει αρχίσει να πνίγεται στον τόπο του.Δεν ξεχνά ούτε την Ειρήνη, ούτε το παιδί τους,που δεν γνώρισε ποτέ.Αποφασίζει να πάει να τους βρει.Ρωτάει συγγενείς,γνωστούς,παλιούς φίλους και μαθαίνει που βρίσκεται.Η Ειρήνη είναι μοδίστρα,επιδιορθώνει τα ρούχα παλιών αριστοκρατών και πλούσιων ράβει που και που κανένα νέο ρούχο.Όλοι την εκτιμούν για το ταλέντο της και πως μεγαλώνει μόνη της το γιο της.Ο Αντρέας όταν την αντικρίζει συγκινείται.Της εξομολογείται αμέσως όσα νοιώθει για αυτήν,τη λαχτάρα του να αγκαλιάσει το παιδί τους,Αυτή είναι ψυχρή,στέκει σιωπηλή,τον κοιτά θυμωμένη. <<Που ήσουν τόσα χρόνια;Γιατί με άφησες μόνη στα δύσκολα;Και τι θες τώρα από εμένα;>> Του λέει δίχως να διστάσει και του δείχνει την πόρτα.Ο Αντρέας δεν υποχωρεί, την πλησιάζει και της λέει. <<Δεν ήρθα για να φύγω,Ειρήνη>>.Την αγκαλιάζει σφιχτά και ξεσπούν σε κλάματα.